- ὑπεροπτικοῦ
- ὑπεροπτικόςcontemptuousmasc/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Σπόνεκ, Γουλιέλμος Κάρολος — (Sponnek). Δανός πολιτικός και οικονομολόγος (1815 1869). Σπούδασε νομικά και πολιτική οικονομία στο Παρίσι. Διατέλεσε ανώτατος υπάλληλος των δανικών τελωνείων, για τα οποία έγραψε ένα σπουδαίο σύγγραμμα. Το 1848 έγινε υπουργός των Οικονομικών.… … Dictionary of Greek